Κύπρος και Ελλάδα, σύμφωνα με πρόσφατα δεδομένα του Ευρωπαϊκού Κέντρου Ελέγχου και Πρόληψης Νόσων, κατέχουν την υψηλότερη θέση στην κατανάλωση αντιβιοτικών στην κοινότητα, ενώ συγκαταλέγονται ανάμεσα στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τα υψηλότερα ποσοστά μικροβιακής αντοχής και φορτίου λοιμώξεων από πολυανθεκτικά παθογόνα, αναφέρει σε ανακοίνωση της, η Κυπριακή Εταιρεία Κλινικής Μικροβιολογίας και Λοιμώξεων (ΚΕΚΜΙΛ).
Με την ευκαιρία της Παγκόσμιας Εβδομάδας Επαγρύπνησης για την Μικροβιακή Αντοχή στα Αντιβιοτικά (18-24 Νοεμβρίου 2022), η ΚΕΚΜΙΛ αναφέρει ότι δυστυχώς στη χώρα μας, παρά τις προσπάθειες τόσο των Υπηρεσιών Δημόσιας Υγείας όσων και όλων των λοιμωξιολόγων, κλινικών μικροβιολόγων και φαρμακοποιών το πρόβλημα της μικροβιακής αντοχής στα αντιβιοτικά εξακολουθεί να αποτελεί «θλιβερό φαινόμενο».
Όπως αναφέρεται, ως μικροβιακή αντοχή ορίζεται η ικανότητα των μικροοργανισμών να ανθίστανται στην δράση ενός ή περισσότερων αντιβιοτικών του φάσματός τους. Σημαντικότερος παράγοντας για αυτό το φαινόμενο φυσικής επιλογής και εξέλιξης των μικροβίων είναι η κατάχρηση των αντιβιοτικών.
Τα αντιβιοτικά, σημειώνεται, αποτελούν ένα από τα μεγαλύτερα επιτεύγματα στην ιστορία της ιατρικής και της ανθρωπότητας, αφού από την ανακάλυψη της πενικιλίνης, του πρώτου αντιβιοτικού το 1928, έχουν σώσει και εξακολουθούν να σώζουν καθημερινά εκατομμύρια ανθρώπινες ζωές από τις λοιμώξεις που προκαλούν τα μικρόβια, μετατρέποντας νοσήματα που προηγουμένως θεωρούνταν θανατηφόρα σε ασθένειες ρουτίνας, που απαιτούν λίγο περισσότερο από μια σύντομη θεραπεία.
Ωστόσο, επισημαίνεται, τα επιτεύγματα αυτά στις μέρες μας τίθενται σε κίνδυνο εξαιτίας κυρίως της αλόγιστης και μη ορθολογικής χρήσης των αντιβιοτικών, η οποία έχει ως αποτέλεσμα την αυξανόμενη μικροβιακή αντοχή και την έξαρση των νοσοκομειακών λοιμώξεων από πολυανθεκτικούς μικροοργανισμούς, κάτι που συνεπάγεται την αύξηση της θνητότητας, της διάρκειας νοσηλείας και τελικά την οικονομική επιβάρυνση των Συστημάτων Υγείας.